Οι αντιρρήσεις κατά του Δασικού Χάρτη εξετάζονται από τριμελείς Επιτροπές Εξέτασης Αντιρρήσεων (ΕΠ.Ε.Α) που συγκροτούνται για τον σκοπό αυτόν, με απόφαση του Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης στην έδρα της οικείας Διεύθυνσης Δασών, εκτός εάν καθοριστεί διαφορετική έδρα με την απόφαση συγκρότησης. Στην ίδια Περιφερειακή Ενότητα μπορεί να συγκροτούνται και να λειτουργούν ταυτόχρονα περισσότερες από μία Επιτροπή Εξέτασης Αντιρρήσεων.
Οι Επιτροπές Εξέτασης Αντιρρήσεων αποτελούνται από:
α) 1 δικηγόρο τουλάχιστον παρ' εφέταις υποδεικνυόμενο από τον οικείο δικηγορικό σύλλογο ή έτερο δικηγορικό σύλλογο της Επικράτειας, με τον αναπληρωτή του, ως πρόεδρο,
β) 1 δασολόγο, υπάλληλο του Δημοσίου ή νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή φορέα του ευρύτερου δημόσιου τομέα και
γ) 1 μηχανικό με πενταετή τουλάχιστον υπηρεσία που έχει δικαίωμα υπογραφής τοπογραφικού διαγράμματος, υποδεικνυόμενο από τον οικείο επιστημονικό σύλλογο, ως μέλη.
Με την απόφαση συγκρότησης ορίζεται και ο Γραμματέας της Επιτροπής Εξέτασης Αντιρρήσεων με τον αναπληρωτή του, οι οποίοι μπορεί να είναι υπάλληλοι του Δημοσίου ή νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή φορέα του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός οριοθετείται από τις διατάξεις του άρθρου 1 του νόμου Ν. 1256/1982.
Η θητεία των μελών των Επιτροπών Εξέτασης Αντιρρήσεων λήγει με την ολοκλήρωση της εξέτασης των αντιρρήσεων επί του αναρτηθέντος δασικού χάρτη. Τη σχετική διαπιστωτική πράξη εκδίδει ο Συντονιστής Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
Οι συνεδριάσεις των Επιτροπών Εξέτασης Αντιρρήσεων ανακοινώνονται στα οικεία δημοτικά καταστήματα και τις αρμόδιες Διευθύνσεις δασών 15 τουλάχιστον ημέρες πριν, με μνεία των υποθέσεων που θα εξετάσουν ανά συνεδρίαση.
Οι αντιρρήσεις εισάγονται στην Επιτροπή Εξέτασης Αντιρρήσεων προς εξέταση μαζί με όλα τα αποδεικτικά στοιχεία του ενδιαφερόμενου και σχετικό υπόμνημα που συντάσσεται με ευθύνη του φορέα που διενεργεί την ανάρτηση και συνοδεύει τον φάκελο που υποβάλλεται σε αυτή.
Η Επιτροπή Εξέτασης Αντιρρήσεων αποφαίνεται αιτιολογημένα για τις αντιρρήσεις εφαρμόζοντας τις εκάστοτε κείμενες διατάξεις λαμβάνοντας υπόψη κατ' ελάχιστον:
α) τον αναρτηθέντα δασικό χάρτη,
β) τα στοιχεία που προσκομίζονται από τον ενδιαφερόμενο που υπέβαλε τις αντιρρήσεις,
γ) τα υπομνήματα που περιέχονται στους φακέλους των αντιρρήσεων,
δ) τις πληροφορίες με την μορφή υπομνήματος που έχει υποχρέωση να παρέχει σε αυτήν η Διεύθυνση Δασών, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις της δασικής νομοθεσίας, τις σχετικές αποφάσεις και οδηγίες του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, καθώς και τις Τεχνικές Προδιαγραφές κατάρτισης των δασικών χαρτών
ε) τα στοιχεία του Εθνικού Κτηματολογίου ή εφόσον δεν έχει ολοκληρωθεί, της κτηματογράφησης.
Η Επιτροπή Εξέτασης Αντιρρήσεων μπορεί, αν το κρίνει αναγκαίο, να διενεργεί αυτοψίες, να ζητεί επιπλέον στοιχεία από την οικεία δασική υπηρεσία και την Εθνικό Κτηματολόγιο και Χαρτογράφηση, καθώς και να καλεί στις συνεδριάσεις της το ειδικό τεχνικό-επιστημονικό προσωπικό τού Δασαρχείου ή της Διεύθυνσης Δασών, στην αρμοδιότητα των οποίων υπάγεται η έκταση, για παροχή διευκρινίσεων. Η Επιτροπή Εξέτασης Αντιρρήσεων δια του γραμματέα της, 10 τουλάχιστον ημέρες πριν τη συνεδρίαση της Επιτροπής, καλεί με κάθε πρόσφορο μέσο τους ενδιαφερόμενους να παρασταθούν στην εκδίκαση της αντίρρησής τους.Η Επιτροπή Εξέτασης Αντιρρήσεων αποφαίνεται για τις αντιρρήσεις εντός προθεσμίας 4 μηνών από την διαβίβαση σε αυτήν των αντιρρήσεων. Η προθεσμία αυτή δύναται να παραταθεί έως 2 μήνες το ανώτερο με απόφαση του Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης ύστερα από σχετικό αίτημα του Προέδρου της.
Εφόσον έχει υποβληθεί αίτημα εκπροσώπησης του ενδιαφερομένου από τεχνικό σύμβουλο, αυτός ειδοποιείται από το γραμματέα της Επιτροπής για να προσέλθει και να διατυπώσει τις απόψεις του. Εφόσον ο δασικός χάρτης δεν έχει κυρωθεί ολικώς κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 19, στις περιπτώσεις που διαπιστώνεται από την Επιτροπή Εξέτασης Αντιρρήσεων ότι στο δασικό χάρτη που αναρτήθηκε παραλήφθηκαν να απεικονιστούν σε αυτόν ισχύουσες διοικητικές πράξεις, που οφείλονταν να είναι αποτυπωμένες σε αυτόν, τα σχετικά στοιχεία των διοικητικών πράξεων μετά του σχετικού κατά τα ανωτέρω υπομνήματος προωθούνται από την αρμόδια Διεύθυνση Δασών ή στην περίπτωση εφαρμογής της παραγράφου 4 του άρθρου 13 από την Εθνικό Κτηματολόγιο και Χαρτογράφηση στην Επιτροπή Εξέτασης Αντιρρήσεων προς έκδοση σχετικής απόφασης.
Επιπρόσθετα οι Επιτροπές Εξέτασης Αντιρρήσεων αποφαίνονται επί αντιρρήσεων για το δασικό εν γένει ή μη χαρακτήρα και μορφή εκτάσεων που περιλαμβάνονται σε περιοχές που είναι κηρυγμένες ως αναδασωτέες, λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία του θεωρημένου και αναρτημένου δασικού χάρτη που προκύπτουν.
Οι Επιτροπές Εξέτασης Αντιρρήσεων αποτελούνται από:
α) 1 δικηγόρο τουλάχιστον παρ' εφέταις υποδεικνυόμενο από τον οικείο δικηγορικό σύλλογο ή έτερο δικηγορικό σύλλογο της Επικράτειας, με τον αναπληρωτή του, ως πρόεδρο,
β) 1 δασολόγο, υπάλληλο του Δημοσίου ή νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή φορέα του ευρύτερου δημόσιου τομέα και
γ) 1 μηχανικό με πενταετή τουλάχιστον υπηρεσία που έχει δικαίωμα υπογραφής τοπογραφικού διαγράμματος, υποδεικνυόμενο από τον οικείο επιστημονικό σύλλογο, ως μέλη.
Με την απόφαση συγκρότησης ορίζεται και ο Γραμματέας της Επιτροπής Εξέτασης Αντιρρήσεων με τον αναπληρωτή του, οι οποίοι μπορεί να είναι υπάλληλοι του Δημοσίου ή νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή φορέα του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός οριοθετείται από τις διατάξεις του άρθρου 1 του νόμου Ν. 1256/1982.
Η θητεία των μελών των Επιτροπών Εξέτασης Αντιρρήσεων λήγει με την ολοκλήρωση της εξέτασης των αντιρρήσεων επί του αναρτηθέντος δασικού χάρτη. Τη σχετική διαπιστωτική πράξη εκδίδει ο Συντονιστής Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
Οι συνεδριάσεις των Επιτροπών Εξέτασης Αντιρρήσεων ανακοινώνονται στα οικεία δημοτικά καταστήματα και τις αρμόδιες Διευθύνσεις δασών 15 τουλάχιστον ημέρες πριν, με μνεία των υποθέσεων που θα εξετάσουν ανά συνεδρίαση.
Οι αντιρρήσεις εισάγονται στην Επιτροπή Εξέτασης Αντιρρήσεων προς εξέταση μαζί με όλα τα αποδεικτικά στοιχεία του ενδιαφερόμενου και σχετικό υπόμνημα που συντάσσεται με ευθύνη του φορέα που διενεργεί την ανάρτηση και συνοδεύει τον φάκελο που υποβάλλεται σε αυτή.
Η Επιτροπή Εξέτασης Αντιρρήσεων αποφαίνεται αιτιολογημένα για τις αντιρρήσεις εφαρμόζοντας τις εκάστοτε κείμενες διατάξεις λαμβάνοντας υπόψη κατ' ελάχιστον:
α) τον αναρτηθέντα δασικό χάρτη,
β) τα στοιχεία που προσκομίζονται από τον ενδιαφερόμενο που υπέβαλε τις αντιρρήσεις,
γ) τα υπομνήματα που περιέχονται στους φακέλους των αντιρρήσεων,
δ) τις πληροφορίες με την μορφή υπομνήματος που έχει υποχρέωση να παρέχει σε αυτήν η Διεύθυνση Δασών, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις της δασικής νομοθεσίας, τις σχετικές αποφάσεις και οδηγίες του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, καθώς και τις Τεχνικές Προδιαγραφές κατάρτισης των δασικών χαρτών
ε) τα στοιχεία του Εθνικού Κτηματολογίου ή εφόσον δεν έχει ολοκληρωθεί, της κτηματογράφησης.
Η Επιτροπή Εξέτασης Αντιρρήσεων μπορεί, αν το κρίνει αναγκαίο, να διενεργεί αυτοψίες, να ζητεί επιπλέον στοιχεία από την οικεία δασική υπηρεσία και την Εθνικό Κτηματολόγιο και Χαρτογράφηση, καθώς και να καλεί στις συνεδριάσεις της το ειδικό τεχνικό-επιστημονικό προσωπικό τού Δασαρχείου ή της Διεύθυνσης Δασών, στην αρμοδιότητα των οποίων υπάγεται η έκταση, για παροχή διευκρινίσεων. Η Επιτροπή Εξέτασης Αντιρρήσεων δια του γραμματέα της, 10 τουλάχιστον ημέρες πριν τη συνεδρίαση της Επιτροπής, καλεί με κάθε πρόσφορο μέσο τους ενδιαφερόμενους να παρασταθούν στην εκδίκαση της αντίρρησής τους.Η Επιτροπή Εξέτασης Αντιρρήσεων αποφαίνεται για τις αντιρρήσεις εντός προθεσμίας 4 μηνών από την διαβίβαση σε αυτήν των αντιρρήσεων. Η προθεσμία αυτή δύναται να παραταθεί έως 2 μήνες το ανώτερο με απόφαση του Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης ύστερα από σχετικό αίτημα του Προέδρου της.
Εφόσον έχει υποβληθεί αίτημα εκπροσώπησης του ενδιαφερομένου από τεχνικό σύμβουλο, αυτός ειδοποιείται από το γραμματέα της Επιτροπής για να προσέλθει και να διατυπώσει τις απόψεις του. Εφόσον ο δασικός χάρτης δεν έχει κυρωθεί ολικώς κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 19, στις περιπτώσεις που διαπιστώνεται από την Επιτροπή Εξέτασης Αντιρρήσεων ότι στο δασικό χάρτη που αναρτήθηκε παραλήφθηκαν να απεικονιστούν σε αυτόν ισχύουσες διοικητικές πράξεις, που οφείλονταν να είναι αποτυπωμένες σε αυτόν, τα σχετικά στοιχεία των διοικητικών πράξεων μετά του σχετικού κατά τα ανωτέρω υπομνήματος προωθούνται από την αρμόδια Διεύθυνση Δασών ή στην περίπτωση εφαρμογής της παραγράφου 4 του άρθρου 13 από την Εθνικό Κτηματολόγιο και Χαρτογράφηση στην Επιτροπή Εξέτασης Αντιρρήσεων προς έκδοση σχετικής απόφασης.
Επιπρόσθετα οι Επιτροπές Εξέτασης Αντιρρήσεων αποφαίνονται επί αντιρρήσεων για το δασικό εν γένει ή μη χαρακτήρα και μορφή εκτάσεων που περιλαμβάνονται σε περιοχές που είναι κηρυγμένες ως αναδασωτέες, λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία του θεωρημένου και αναρτημένου δασικού χάρτη που προκύπτουν.